Το κόστος ευκαιρίας είναι μια έννοια που συχνά παραβλέπεται από αρχάριους επενδυτές, αλλά παίζει καθοριστικό ρόλο στις επενδυτικές σου αποφάσεις (και οχι μόνο αν το σκεφτείς σοβαρά). Στην ουσία, το κόστος ευκαιρίας είναι το τι χάνεις όταν επιλέγεις μια εναλλακτική επιλογή αντί για κάποια άλλη. Κάθε φορά που παίρνεις μια απόφαση να επενδύσεις σε κάτι, αφήνεις πίσω σου μια άλλη ευκαιρία, και αυτό έχει το δικό του «κόστος».
Τι Είναι το Κόστος Ευκαιρίας Με Απλά Λόγια
Ας υποθέσουμε ότι έχεις 1.000€ και σκέφτεσαι να τα επενδύσεις είτε σε μετοχές μιας μεγάλης εταιρείας είτε σε ένα ταμείο που προσφέρει σταθερή απόδοση. Αν επιλέξεις τις μετοχές και η αξία τους δεν ανέβει όσο περίμενες, τότε το κόστος ευκαιρίας είναι το κέρδος που θα είχες αν είχες επιλέξει το ταμείο με τη σταθερή απόδοση.
Το παράδειγμα γίνεται πιο ξεκάθαρο όταν το δούμε με αριθμούς. Ας πούμε ότι έχεις 1.000€ και σκέφτεσαι να τα επενδύσεις είτε σε μετοχές μιας μεγάλης εταιρείας είτε σε ένα κρατικό ομόλογο που προσφέρει ετήσια απόδοση 5%.
Αν επιλέξεις το κρατικό ομόλογο, σε έναν χρόνο θα έχεις 1.050€ (1.000€ + 5%). Αν όμως επιλέξεις να επενδύσεις σε μετοχές και αυτές δεν αποδώσουν όσο περίμενες, για παράδειγμα αν κερδίσεις μόνο 2% σε ένα χρόνο, τότε η επένδυσή σου θα έχει αξία 1.020€. Σε αυτή την περίπτωση, το κόστος ευκαιρίας είναι η διαφορά ανάμεσα στο 1.050€ που θα είχες με το ομόλογο και τα 1.020€ που κέρδισες από τις μετοχές. Δηλαδή, το κόστος ευκαιρίας είναι 30€.
Με αυτόν τον τρόπο βλέπεις πώς κάθε επενδυτική απόφαση έχει το δικό της κόστος ευκαιρίας, και αυτό μπορεί να επηρεάσει τα συνολικά σου κέρδη μακροπρόθεσμα.
Το κόστος ευκαιρίας μπορεί να εκφραστεί και με μαθηματικό τρόπο, χρησιμοποιώντας τον εξής τύπο:
Κόστος ευκαιρίας = RMPIC - RICP, όπου:
RMPIC είναι η απόδοση της πιο επικερδούς επενδυτικής επιλογής,
RICP είναι η απόδοση της επένδυσης που τελικά επιλέξαμε να κάνουμε.
Ουσιαστικά, ο τύπος υπολογίζει τη διαφορά ανάμεσα στις αναμενόμενες αποδόσεις της επιλογής που προτιμήσαμε και της πιο επικερδούς εναλλακτικής. Με αυτόν τον τρόπο, βλέπουμε τι κέρδος θα μπορούσαμε να είχαμε αν είχαμε επιλέξει την πιο κερδοφόρα επιλογή.
Πώς Λειτουργεί στην Πράξη για Μια Επιχείρηση
Ας υποθέσουμε ότι μια επιχείρηση στην διαθέτει 20.000 ευρώ σε διαθέσιμα κεφάλαια και πρέπει να επιλέξει ανάμεσα σε δύο επιλογές: να επενδύσει τα χρήματα σε ομόλογα, από τα οποία αναμένει απόδοση 8% ετησίως, ή να τα χρησιμοποιήσει για την αγορά νέων μηχανημάτων. Όποια επιλογή κι αν κάνει, το κέρδος που χάνει από τη μη επένδυση στην άλλη επιλογή είναι το κόστος ευκαιρίας.
Αν η επιχείρηση επιλέξει την επένδυση σε ομόλογα, η επένδυση θα της αποφέρει θεωρητικά κέρδος 1.600 ευρώ το πρώτο έτος, 1.728 ευρώ το δεύτερο και 1.866 ευρώ το τρίτο.
Από την άλλη, αν η επιχείρηση αγοράσει το νέο μηχάνημα, θα αυξήσει την παραγωγή της. Γνωρίζοντας ότι η εγκατάσταση του μηχανήματος και η εκπαίδευση των εργαζομένων θα είναι χρονοβόρα και ότι το νέο μηχάνημα δεν θα λειτουργεί στο μέγιστο βαθμό απόδοσης τα πρώτα δύο χρόνια, η επιχείρηση υπολογίζει ότι θα κερδίσει επιπλέον 500 ευρώ το πρώτο έτος, 1.500 ευρώ το δεύτερο και 4.500 ευρώ κάθε χρόνο μετά.
Με βάση αυτούς τους υπολογισμούς, η επιλογή των ομολόγων είναι πιο επικερδής το πρώτο και το δεύτερο έτος. Όμως, το τρίτο έτος η ανάλυση του κόστους ευκαιρίας δείχνει ότι η αγορά του μηχανήματος είναι η καλύτερη επιλογή:
(500€ + 1.500€ + 4.500€) - (1.600€ + 1.728€ + 1.866€) = 306€.
Έτσι, από το τρίτο έτος και μετά, το κέρδος από το μηχάνημα υπερβαίνει το κέρδος από την επένδυση σε ομόλογα.
Πώς Λειτουργεί στην Καθημερινότητα
Ας πούμε ότι μόλις έλαβες ένα απροσδόκητο μπόνους 2.200 ευρώ από τη δουλειά σου. Έχεις δύο επιλογές: να τα ξοδέψεις άμεσα, για παράδειγμα σε ένα αυθόρμητο ταξίδι, ή να τα επενδύσεις για μελλοντικό όφελος.
Αν αποφασίσεις να επενδύσεις ολόκληρο το ποσό σε έναν ασφαλή λογαριασμό προθεσμιακής κατάθεσης για ένα έτος με επιτόκιο 5%, σε έναν χρόνο θα έχεις 2.310 ευρώ (2.200€ + 5%).
Αντίθετα, αν επιλέξεις να ξοδέψεις τα χρήματα τώρα σε ένα ταξίδι, το κόστος ευκαιρίας είναι τα επιπλέον 110 ευρώ που θα κέρδιζες από την επένδυση. Επιπλέον, υπάρχει και το κόστος ευκαιρίας των ημερών διακοπών. Αν χρησιμοποιήσεις αυτές τις ημέρες φέτος, δεν θα τις έχεις για μελλοντικό ταξίδι, εφόσον η εταιρεία σου επιτρέπει τη μεταφορά αδειών.
Στη ζωή φυσικά δεν μετριούνται όλα με χρήματα. Ακόμα και αν σκεφτείς ότι σε 10 χρόνια αυτά τα χρήματα θα είχαν φτάσει τα 3500 ευρώ, πάλι το ταξίδι μπορεί να ήταν πιο εποικοδομητική εμπειρία. Οπότε δεν υπάρχει σωστή και λάθος απάντηση, ούτε πρέπει να στερούμαστε για να επενδύουμε σε κάτι με το ζόρι.
Το Κόστος Ευκαιρίας στις Επενδύσεις
Ας πάρουμε για παράδειγμα έναν νεαρό επενδυτή, 28 ετών, που αποφασίζει να επενδύει 5.000 ευρώ σε ομόλογα κάθε χρόνο και το κάνει σταθερά για 30 χρόνια. Υποθέτοντας μια μέση ετήσια απόδοση 2,5%, το χαρτοφυλάκιό του στο τέλος αυτού του χρονικού διαστήματος θα αξίζει περίπου 210.000 ευρώ. Αν και αυτό το αποτέλεσμα μπορεί να φαίνεται ικανοποιητικό, είναι λιγότερο εντυπωσιακό αν αναλογιστούμε το κόστος ευκαιρίας του επενδυτή.
Αν, για παράδειγμα, είχε επενδύσει τα μισά από τα χρήματά του στο χρηματιστήριο και είχε λάβει μια μέση μικτή απόδοση 5% ετησίως, το χαρτοφυλάκιό του θα είχε ξεπεράσει τις 350.000 ευρώ. Σε αυτή την περίπτωση, το κόστος ευκαιρίας θα ήταν περισσότερο από 140.000 ευρώ, δηλαδή το επιπλέον κέρδος που θα είχε από μια πιο αποδοτική επένδυση.
Τι Σχέση Έχει το Κόστος Ευκαιρίας με το Ρίσκο;
Το ρίσκο αναφέρεται στην πιθανότητα η πραγματική απόδοση μιας επένδυσης να διαφέρει από την προβλεπόμενη, και ο επενδυτής να χάσει μέρος ή ακόμα και όλο το κεφάλαιό του. Το κόστος ευκαιρίας, από την άλλη, δείχνει την πιθανότητα οι αποδόσεις της επιλογής που έκανες να είναι χαμηλότερες από αυτές μιας άλλης επένδυσης που άφησες.
Η βασική διαφορά είναι ότι το ρίσκο συγκρίνει την πραγματική απόδοση μιας επένδυσης με την προβλεπόμενη απόδοση της ίδιας επένδυσης, ενώ το κόστος ευκαιρίας συγκρίνει τις προβλεπόμενες αποδόσεις δύο διαφορετικών επενδύσεων.
Συμπέρασμα
Συμπερασματικά, αν και το κόστος ευκαιρίας δεν μπορεί να προβλεφθεί με απόλυτη ακρίβεια, βοηθά εταιρείες και άτομα να εξετάσουν τις επενδυτικές τους επιλογές πιο προσεκτικά και, ιδανικά, να καταλήξουν σε πιο έξυπνες και αποδοτικές αποφάσεις.